Τοῦ Μητροπολίτου Γόρτυνος κ. Ἰερεμία
Ἀμέσως μετά τό Βάπτισμα ὁ ἱερέας τελεῖ στό νήπιο πού βαπτίσθηκε ἕνα ἄλλο Μυστήριο, τό Χρῖσμα. ᾽Εάν μέ τό
Βάπτισμα σβήνεται τό προπατορικό ἁμάρτημα, μέ τό Χρῖσμα ἔρχεται ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν βαπτισθέντα. Γι᾽ αὐτό τό Μυστήριο αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες τό λέγουν «Δῶρον τοῦ Πνεύματος» ἤ τό «Μυστήριον τοῦ Πνεύματος» ἤ τό «Σύμβολον τοῦ Πνεύματος», ὅπως τό λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἰεροσολύμων. Τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος γίνεται ἀπό τόν ἱερέα χρίοντας τόν βαπτισθέντα μέ ἅγιο Μῦρο, κάνοντας τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ στό μέτωπο, στά μάτια, στούς μυκτῆρες, στό στόμα, στά αὐτιά, στό στῆθος, στά χέρια καί στά πόδια. Σφραγίζοντας δέ ὁ ἱερεύς καθένα ἀπό τά παραπάνω μέλη τοῦ σώματος λέγει: «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου, Ἀμήν». Ἡ ἔκφραση αὐτή, μέ τήν ὁποία δίνεται τό Ἅγιο Πνεῦμα στόν βαπτιζόμενο, προέρχεται ἀπ᾽ αὐτά τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Μή λυπεῖτε – λέγει ὁ Ἀπόστολος– τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε» (Ἐφ. 4,30). Ἡ σφραγίδα τοῦ Θεοῦ εἶναι τό «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου», πού λέγει ὁ ἱερεύς στόν βαπτιζόμενο ἀμέσως μετά τό Βάπτισμα, τελῶντας τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος σ᾽ αὐτόν.
2. Στήν πρώτη Ἐκκλησία, ὅπως τό διαβάζουμε στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (βλ. 8,14-16), τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος γινόταν μέ τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν τῶν Ἀποστόλων. Ἀργότερα ὅμως, ὅταν πληθύνθηκαν οἱ χριστιανοί, ἄρχισε τό Μυστήριο αὐτό νά τελεῖται μέ χρίση διά Μύρου. Ἔτσι γινόταν στήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπου οἱ ἱερεῖς, οἱ προφῆτες καί οἱ βασιλεῖς χρίονταν μέ ἔλαιο καί λέγονταν «χριστοί Κυρίου». Καί ἐμεῖς λεγόμαστε «χριστιανοί» γιατί «χριστήκαμε», ὅπως καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς λέγεται «Χριστός», γιατί «ἐχρίσθη καί Αὐτός κυρίως τῷ ἀληθινῷ ἐλαίῳ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι. Τίς γάρ ἄλλος εἶχε τό Πνεῦμα ὡς ὁ Κύριος;», λέγει ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας.
3. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τελεῖ τό Χρῖσμα εὐθύς ἀμέσως μετά τό Βάπτισμα. Οἱ παπικοί ὅμως τό τελοῦν στό δωδέκατο ἔτος τῆς ἡλικίας τοῦ βαπτιζομένου. Γιά νά δεῖτε, χριστιανοί μου, πόσο κάνουν λάθος καί σ᾽ αὐτό οἱ παπικοί, σκεφθεῖτε: Εἴπαμε ὅτι μέ τό Χρῖσμα ὁ βαπτιζόμενος παίρνει τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι ἀναγκαία καί ἀναγκαιοτάτη γιά τήν ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Ἀλλά πῶς ἀφήνουν οἱ παπικοί τόσα χρόνια, δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια, τό παιδάκι χωρίς τό Χρῖσμα, χωρίς, δηλαδή, νά τοῦ δώσουν τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἀλλά, τί εἶπα; Ἀφοῦ οἱ παπικοί εἶναι αἱρετικοί καί σάν αἱρετικοί δέν ἔχουν κανονική ἱερωσύνη, τί Χάρη Ἁγίου Πνεύματος νά δώσουν; Ὅλα τά «σμπαράλιασαν» αὐτοί. Τούς εὐχόμαστε καλή μετάνοια καί ἐπιστροφή στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποία ἀποκόπηκαν.
4. Τό Χρῖσμα λέγεται καί «τελείωση». Μέ τό Βάπτισμα ἄρχισε μία νέα ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί αὐτή ἡ ζωή ἐνισχύεται καί τελειοποιεῖται μέ τό Χρῖσμα. Μέ τό Βάπτισμα τυπώνεται στή ζωή τοῦ βαπτισμένου τό Πάθος καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως εἴπαμε σέ προηγούμενο κήρυγμά μας. Μέ τό Χρῖσμα ὅμως γίνεται ἡ Πεντηκοστή στόν βαπτιζόμενο, γιατί μέ τό Μυστήριο αὐτό ὁ βαπτισμένος λαμβάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι᾽ αὐτό καί τό Χρῖσμα λέγεται «τελείωσις».
Εἴπαμε ὅτι στήν Παλαιά Διαθήκη χρίονταν οἱ ἱερεῖς, οἱ προφῆτες καί οἱ βασιλεῖς καί λέγονταν «χριστοί τοῦ Κυρίου». Ἀλλά καί μέ τό Χρῖσμα του ὁ χριστιανός ἀναδεικνύεται κατά κάποιο τρόπο ἱερεύς, προφήτης καί βασιλεύς. Ναί, ἔτσι πρέπει νά βλέπει ὁ χριστιανός τόν ἑαυτό του, σάν βαπτισμένος καί χρισμένος πού εἶναι, γιά νά μήν ἁμαρτάνει. Ναί, ἄν σκέπτεται ὁ χριστιανός τήν δόξα του καί τήν εὐγένειά του, σάν βαπτισμένος καί μυρωμένος, θά νοήσει ὅτι ἡ ἁμαρτία πρέπει νά εἶναι ξένη σ᾽ αὐτόν, πού ἔγινε παιδί τοῦ Θεοῦ καί ἀνήκει στήν Βασιλεία Του. Εἶναι, ὅπως εἴπαμε, κατά κάποιον τρόπο ἱερέας ὁ βαπτισμένος χριστιανός, γιατί μέσα στήν Ἐκκλησία ὄντας, τελεῖ, διά τοῦ ἱερέως καί μαζί μέ τούς ἄλλους ἀδελφούς του, τήν «λογικήν λατρείαν» καί προσφέρει τόν ἑαυτό του θυσία στό Θεό, «ζῶσαν, ἁγίαν καί εὐάρεστον» σ’ Αὐτόν (βλ. Ρωμ. 12,1). Ἔτσι, καί μετά τό Χρῖσμα ἔχουμε μιά προσφορά, μιά θυσία τοῦ βαπτιζομένου στό Θεό, σάν αὐτός νά εἶναι ἱερεύς. Μετά τό Χρῖσμα, πράγματι, ὁ ἱερέας κάνει στόν βαπτιζόμενο τήν «τριχοκουρία», μιά σπουδαία πράξη, πού δηλώνει ὅτι ὁ βαπτιζόμενος κάνει ἀπό τό ἴδιο του τό σῶμα, ἀπό τό κεφάλι του, ἀπό τό κορυφαῖο, δηλαδή, σημεῖο τοῦ σώματός του μιά προσφορά στό Θεό. Στήν Παλαιά Διαθήκη, ἄν καί μία φυλή, ἡ φυλή τοῦ Λευΐ, ἱεράτευε τόν Κύριο, ὅμως ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικός λαός λογιζόταν σάν ἱερεύς καί λεγόταν «βασίλειον ἱεράτευμα» (Ἐξ. 19,6). Ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία μας κατά κάποιο τρόπο καί οἱ λαϊκοί ἀποτελοῦν «βασίλειον ἱεράτευμα». «Ὤ τήν ἱέρεια», λέγει ὁ Χρυσόστομος γιά κάποια χριστιανή νεάνιδα, πού θυσιάστηκε γιά τόν Χριστό. Ἀλλά ὁ βαπτισμένος καί χρισμένος χριστιανός εἶναι καί βασιλεύς, γιατί ἀγωνίζεται νά «βασιλεύσει» στά ἁμαρτωλά του πάθη καί νά τά καταπατήσει. Καί τέλος εἶναι προφήτης, γιατί ἀπό τώρα, ἀπό τήν παροῦσα ἐπίγεια ζωή, ζεῖ τά μελλοντικά οὐράνια ἀγαθά. Ναί, ὁ ἀληθινός χριστιανός ζεῖ ἀπό τώρα τόν Παράδεισο!
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Βάπτισμα σβήνεται τό προπατορικό ἁμάρτημα, μέ τό Χρῖσμα ἔρχεται ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν βαπτισθέντα. Γι᾽ αὐτό τό Μυστήριο αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες τό λέγουν «Δῶρον τοῦ Πνεύματος» ἤ τό «Μυστήριον τοῦ Πνεύματος» ἤ τό «Σύμβολον τοῦ Πνεύματος», ὅπως τό λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἰεροσολύμων. Τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος γίνεται ἀπό τόν ἱερέα χρίοντας τόν βαπτισθέντα μέ ἅγιο Μῦρο, κάνοντας τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ στό μέτωπο, στά μάτια, στούς μυκτῆρες, στό στόμα, στά αὐτιά, στό στῆθος, στά χέρια καί στά πόδια. Σφραγίζοντας δέ ὁ ἱερεύς καθένα ἀπό τά παραπάνω μέλη τοῦ σώματος λέγει: «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου, Ἀμήν». Ἡ ἔκφραση αὐτή, μέ τήν ὁποία δίνεται τό Ἅγιο Πνεῦμα στόν βαπτιζόμενο, προέρχεται ἀπ᾽ αὐτά τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Μή λυπεῖτε – λέγει ὁ Ἀπόστολος– τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε» (Ἐφ. 4,30). Ἡ σφραγίδα τοῦ Θεοῦ εἶναι τό «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου», πού λέγει ὁ ἱερεύς στόν βαπτιζόμενο ἀμέσως μετά τό Βάπτισμα, τελῶντας τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος σ᾽ αὐτόν.
2. Στήν πρώτη Ἐκκλησία, ὅπως τό διαβάζουμε στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (βλ. 8,14-16), τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος γινόταν μέ τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν τῶν Ἀποστόλων. Ἀργότερα ὅμως, ὅταν πληθύνθηκαν οἱ χριστιανοί, ἄρχισε τό Μυστήριο αὐτό νά τελεῖται μέ χρίση διά Μύρου. Ἔτσι γινόταν στήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπου οἱ ἱερεῖς, οἱ προφῆτες καί οἱ βασιλεῖς χρίονταν μέ ἔλαιο καί λέγονταν «χριστοί Κυρίου». Καί ἐμεῖς λεγόμαστε «χριστιανοί» γιατί «χριστήκαμε», ὅπως καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς λέγεται «Χριστός», γιατί «ἐχρίσθη καί Αὐτός κυρίως τῷ ἀληθινῷ ἐλαίῳ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι. Τίς γάρ ἄλλος εἶχε τό Πνεῦμα ὡς ὁ Κύριος;», λέγει ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας.
3. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τελεῖ τό Χρῖσμα εὐθύς ἀμέσως μετά τό Βάπτισμα. Οἱ παπικοί ὅμως τό τελοῦν στό δωδέκατο ἔτος τῆς ἡλικίας τοῦ βαπτιζομένου. Γιά νά δεῖτε, χριστιανοί μου, πόσο κάνουν λάθος καί σ᾽ αὐτό οἱ παπικοί, σκεφθεῖτε: Εἴπαμε ὅτι μέ τό Χρῖσμα ὁ βαπτιζόμενος παίρνει τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι ἀναγκαία καί ἀναγκαιοτάτη γιά τήν ζωή τοῦ χριστιανοῦ. Ἀλλά πῶς ἀφήνουν οἱ παπικοί τόσα χρόνια, δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια, τό παιδάκι χωρίς τό Χρῖσμα, χωρίς, δηλαδή, νά τοῦ δώσουν τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἀλλά, τί εἶπα; Ἀφοῦ οἱ παπικοί εἶναι αἱρετικοί καί σάν αἱρετικοί δέν ἔχουν κανονική ἱερωσύνη, τί Χάρη Ἁγίου Πνεύματος νά δώσουν; Ὅλα τά «σμπαράλιασαν» αὐτοί. Τούς εὐχόμαστε καλή μετάνοια καί ἐπιστροφή στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποία ἀποκόπηκαν.
4. Τό Χρῖσμα λέγεται καί «τελείωση». Μέ τό Βάπτισμα ἄρχισε μία νέα ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί αὐτή ἡ ζωή ἐνισχύεται καί τελειοποιεῖται μέ τό Χρῖσμα. Μέ τό Βάπτισμα τυπώνεται στή ζωή τοῦ βαπτισμένου τό Πάθος καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως εἴπαμε σέ προηγούμενο κήρυγμά μας. Μέ τό Χρῖσμα ὅμως γίνεται ἡ Πεντηκοστή στόν βαπτιζόμενο, γιατί μέ τό Μυστήριο αὐτό ὁ βαπτισμένος λαμβάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι᾽ αὐτό καί τό Χρῖσμα λέγεται «τελείωσις».
Εἴπαμε ὅτι στήν Παλαιά Διαθήκη χρίονταν οἱ ἱερεῖς, οἱ προφῆτες καί οἱ βασιλεῖς καί λέγονταν «χριστοί τοῦ Κυρίου». Ἀλλά καί μέ τό Χρῖσμα του ὁ χριστιανός ἀναδεικνύεται κατά κάποιο τρόπο ἱερεύς, προφήτης καί βασιλεύς. Ναί, ἔτσι πρέπει νά βλέπει ὁ χριστιανός τόν ἑαυτό του, σάν βαπτισμένος καί χρισμένος πού εἶναι, γιά νά μήν ἁμαρτάνει. Ναί, ἄν σκέπτεται ὁ χριστιανός τήν δόξα του καί τήν εὐγένειά του, σάν βαπτισμένος καί μυρωμένος, θά νοήσει ὅτι ἡ ἁμαρτία πρέπει νά εἶναι ξένη σ᾽ αὐτόν, πού ἔγινε παιδί τοῦ Θεοῦ καί ἀνήκει στήν Βασιλεία Του. Εἶναι, ὅπως εἴπαμε, κατά κάποιον τρόπο ἱερέας ὁ βαπτισμένος χριστιανός, γιατί μέσα στήν Ἐκκλησία ὄντας, τελεῖ, διά τοῦ ἱερέως καί μαζί μέ τούς ἄλλους ἀδελφούς του, τήν «λογικήν λατρείαν» καί προσφέρει τόν ἑαυτό του θυσία στό Θεό, «ζῶσαν, ἁγίαν καί εὐάρεστον» σ’ Αὐτόν (βλ. Ρωμ. 12,1). Ἔτσι, καί μετά τό Χρῖσμα ἔχουμε μιά προσφορά, μιά θυσία τοῦ βαπτιζομένου στό Θεό, σάν αὐτός νά εἶναι ἱερεύς. Μετά τό Χρῖσμα, πράγματι, ὁ ἱερέας κάνει στόν βαπτιζόμενο τήν «τριχοκουρία», μιά σπουδαία πράξη, πού δηλώνει ὅτι ὁ βαπτιζόμενος κάνει ἀπό τό ἴδιο του τό σῶμα, ἀπό τό κεφάλι του, ἀπό τό κορυφαῖο, δηλαδή, σημεῖο τοῦ σώματός του μιά προσφορά στό Θεό. Στήν Παλαιά Διαθήκη, ἄν καί μία φυλή, ἡ φυλή τοῦ Λευΐ, ἱεράτευε τόν Κύριο, ὅμως ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικός λαός λογιζόταν σάν ἱερεύς καί λεγόταν «βασίλειον ἱεράτευμα» (Ἐξ. 19,6). Ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία μας κατά κάποιο τρόπο καί οἱ λαϊκοί ἀποτελοῦν «βασίλειον ἱεράτευμα». «Ὤ τήν ἱέρεια», λέγει ὁ Χρυσόστομος γιά κάποια χριστιανή νεάνιδα, πού θυσιάστηκε γιά τόν Χριστό. Ἀλλά ὁ βαπτισμένος καί χρισμένος χριστιανός εἶναι καί βασιλεύς, γιατί ἀγωνίζεται νά «βασιλεύσει» στά ἁμαρτωλά του πάθη καί νά τά καταπατήσει. Καί τέλος εἶναι προφήτης, γιατί ἀπό τώρα, ἀπό τήν παροῦσα ἐπίγεια ζωή, ζεῖ τά μελλοντικά οὐράνια ἀγαθά. Ναί, ὁ ἀληθινός χριστιανός ζεῖ ἀπό τώρα τόν Παράδεισο!
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας