Σειρά ειδικών επιμορφωτικών συνάξεων για κληρικούς που διακονούν ως πνευματικοί εγκαινίασε η Ιερά Μητρόπολις Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας.
Πρόκειται για σειρά
εισηγήσεων με την μορφή ημερίδων και με θέματα που αφορούν στο ιδιαίτερα απαιτητικό έργο του πνευματικού. Η πρώτη από αυτές τις συνάξεις πραγματοποιήθηκε
στην Έδεσσα την Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013 στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ. Ιωήλ, αφού αναφέρθηκε στον σκοπό των συνάξεων, παρουσίασε τους εισηγητές και το πρόγραμμα της ημέρας. Στη συνέχεια ανέπτυξε ο ίδιος την πρώτη εισήγηση με θέμα:
«Η εναρμόνιση Επισκόπου και πνευματικού στην εξομολόγηση».
Στην εισήγηση παρουσιάστηκε κατ᾿ αρχήν η σχέση του Επισκόπου με το μυστήριο της Εξομολογήσεως. Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, αρχικά εξομολογούσε τους πιστούς μόνον ο Επίσκοπος. Σταδιακά όμως η διακονία αυτή δόθηκε και στους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας. Στο δεύτερο μέρος της εισηγήσεως έγινε αναφορά στη σύνδεση του πνευματικού με τον Επίσκοπο και τονίστηκε ότι η σχέση αυτή είναι θεμελιώδης. Ο πνευματικός οφείλει υπακοή στον Επίσκοπο με την προϋπόθεση ότι και ο Επίσκοπος τηρεί τις παραδόσεις της Εκκλησίας και δεν αποκλίνει από το πνεύμα των Ιερών Κανόνων. Παρατέθηκαν μάλιστα παραδείγματα από την σύγχρονη πραγματικότητα.
Η δεύτερη εισήγηση έγινε από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμ. Νικόδημο Κανσίζογλου, Ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως με θέμα:
«Η ''τυφλή'' υπακοή των μοναχών και των λαϊκών».
Ο εισηγητής μεταξύ άλλων τόνισε ότι η εξομοίωση της υπακοής των μοναχών με αυτή των λαϊκών δημιουργεί προβλήματα, λόγω των διαφορών που υπάρχουν μεταξύ μοναχισμού και γάμου.
Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό πρόβλημα είναι ο «γεροντισμός», η απαίτηση δηλαδή ορισμένων πνευματικών, ακόμη και λαϊκών με κάποια θέση στην Εκκλησία, «τυφλής» υπακοής από τους λαϊκούς που εξομολογούνται ή εξαρτώνται από αυτούς. Στο πρόβλημα συμβάλλει επίσης η αδιάκριτη χρήση και εφαρμογή των περί υπακοής επιταγών της νηπτικής διδασκαλίας σε όλους, αν και αυτή απευθύνεται πρωτίστως σε μοναχούς.
Ο σεβασμός της ελευθερίας των πνευματικών τέκνων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση της υγιούς πνευματικής σχέσης πνευματικού και εξομολογουμένου. Αντίθετα, η αδιάκριτη απαίτηση απόλυτης υπακοής και μάλιστα στις λεπτομέρειες της καθημερινότητας, αποκαλύπτει την νοσηρή πνευματική κατάσταση του ίδιου του πνευματικού. Υπακοή βέβαια οφείλει να ζητά ο πνευματικός σε σοβαρά θέματα της πνευματικής ζωής. Στην εφαρμογή των εντολών του Θεού, όπως είναι η αγάπη προς τον συνάνθρωπο και η συγχωρητικότητα.
Ο τρίτος εισηγητής, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμ. Εφραίμ Ανθίμου, Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως, ανέπτυξε το θέμα:
«Η θεραπεία του θεραπευτού».
Κατά την εισήγηση υπογράμμισε ότι ο πνευματικός πρέπει να διαθέτει ορισμένες προϋποθέσεις, προκειμένου να ανταπεξέλθει στο έργο του και να καταστεί θεοφόρο όργανο της αγάπης του Θεού προς σωτηρίαν ψυχών. Κύριοι άξονες είναι:
α. Η αγιότητα του βίου του και ο προσωπικός αγώνας για την κάθαρσή του από τα πάθη.
β. Η συγκρότηση της προσωπικότητός του από ψυχοκοινωνικής απόψεως.
γ. Η κατάρτισή του με βάση την διδασκαλία της Εκκλησίας αλλά, δευτερευόντως, και με την προσθήκη γνώσεων σχετικών με την ανθρώπινη ψυχολογία και συμπεριφορά.
δ. Η αυτογνωσία και η προσωπική του μετάνοια μέσω της σύνδεσής του με πνευματικό. Ο θεραπευτής χρειάζεται και ο ίδιος τον δικό του θεραπευτή.
Τις εισηγήσεις ακολούθησαν ερωτήσεις από το ακροατήριο και συζήτηση.
Πρόκειται για σειρά
εισηγήσεων με την μορφή ημερίδων και με θέματα που αφορούν στο ιδιαίτερα απαιτητικό έργο του πνευματικού. Η πρώτη από αυτές τις συνάξεις πραγματοποιήθηκε
στην Έδεσσα την Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013 στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ. Ιωήλ, αφού αναφέρθηκε στον σκοπό των συνάξεων, παρουσίασε τους εισηγητές και το πρόγραμμα της ημέρας. Στη συνέχεια ανέπτυξε ο ίδιος την πρώτη εισήγηση με θέμα:
«Η εναρμόνιση Επισκόπου και πνευματικού στην εξομολόγηση».
Στην εισήγηση παρουσιάστηκε κατ᾿ αρχήν η σχέση του Επισκόπου με το μυστήριο της Εξομολογήσεως. Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, αρχικά εξομολογούσε τους πιστούς μόνον ο Επίσκοπος. Σταδιακά όμως η διακονία αυτή δόθηκε και στους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας. Στο δεύτερο μέρος της εισηγήσεως έγινε αναφορά στη σύνδεση του πνευματικού με τον Επίσκοπο και τονίστηκε ότι η σχέση αυτή είναι θεμελιώδης. Ο πνευματικός οφείλει υπακοή στον Επίσκοπο με την προϋπόθεση ότι και ο Επίσκοπος τηρεί τις παραδόσεις της Εκκλησίας και δεν αποκλίνει από το πνεύμα των Ιερών Κανόνων. Παρατέθηκαν μάλιστα παραδείγματα από την σύγχρονη πραγματικότητα.
Η δεύτερη εισήγηση έγινε από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμ. Νικόδημο Κανσίζογλου, Ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως με θέμα:
«Η ''τυφλή'' υπακοή των μοναχών και των λαϊκών».
Ο εισηγητής μεταξύ άλλων τόνισε ότι η εξομοίωση της υπακοής των μοναχών με αυτή των λαϊκών δημιουργεί προβλήματα, λόγω των διαφορών που υπάρχουν μεταξύ μοναχισμού και γάμου.
Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό πρόβλημα είναι ο «γεροντισμός», η απαίτηση δηλαδή ορισμένων πνευματικών, ακόμη και λαϊκών με κάποια θέση στην Εκκλησία, «τυφλής» υπακοής από τους λαϊκούς που εξομολογούνται ή εξαρτώνται από αυτούς. Στο πρόβλημα συμβάλλει επίσης η αδιάκριτη χρήση και εφαρμογή των περί υπακοής επιταγών της νηπτικής διδασκαλίας σε όλους, αν και αυτή απευθύνεται πρωτίστως σε μοναχούς.
Ο σεβασμός της ελευθερίας των πνευματικών τέκνων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση της υγιούς πνευματικής σχέσης πνευματικού και εξομολογουμένου. Αντίθετα, η αδιάκριτη απαίτηση απόλυτης υπακοής και μάλιστα στις λεπτομέρειες της καθημερινότητας, αποκαλύπτει την νοσηρή πνευματική κατάσταση του ίδιου του πνευματικού. Υπακοή βέβαια οφείλει να ζητά ο πνευματικός σε σοβαρά θέματα της πνευματικής ζωής. Στην εφαρμογή των εντολών του Θεού, όπως είναι η αγάπη προς τον συνάνθρωπο και η συγχωρητικότητα.
Ο τρίτος εισηγητής, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμ. Εφραίμ Ανθίμου, Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως, ανέπτυξε το θέμα:
«Η θεραπεία του θεραπευτού».
Κατά την εισήγηση υπογράμμισε ότι ο πνευματικός πρέπει να διαθέτει ορισμένες προϋποθέσεις, προκειμένου να ανταπεξέλθει στο έργο του και να καταστεί θεοφόρο όργανο της αγάπης του Θεού προς σωτηρίαν ψυχών. Κύριοι άξονες είναι:
α. Η αγιότητα του βίου του και ο προσωπικός αγώνας για την κάθαρσή του από τα πάθη.
β. Η συγκρότηση της προσωπικότητός του από ψυχοκοινωνικής απόψεως.
γ. Η κατάρτισή του με βάση την διδασκαλία της Εκκλησίας αλλά, δευτερευόντως, και με την προσθήκη γνώσεων σχετικών με την ανθρώπινη ψυχολογία και συμπεριφορά.
δ. Η αυτογνωσία και η προσωπική του μετάνοια μέσω της σύνδεσής του με πνευματικό. Ο θεραπευτής χρειάζεται και ο ίδιος τον δικό του θεραπευτή.
Τις εισηγήσεις ακολούθησαν ερωτήσεις από το ακροατήριο και συζήτηση.