Αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί, παιδιά μου εν Κυρίω αγαπημένα,
«Γένους βροτείου την ανάπλασιν» εορτάζει η Εκκλησία μας με την Γέννηση του Χριστού. Τα Χριστούγεννα σηματοδοτούν τον ερχομό στον κόσμο του Υιού του Θεού με σκοπό να δοθή στους ανθρώπους η δυνατότητα της θεώσεως. Να δοθή στον καθέναν από εμάς «ο ευπρόσδεκτος καιρός της σωτηρίας» δια της αναγεννήσεως της υπάρξεώς μας. Να μπορούμε να νικήσουμε την φθορά και τον θάνατο που κατατρώγουν την ζωή μας. Να επανέλθουμε στην κοινωνία με τον Θεό, δια της οποίας μας χορηγείται το φάρμακον της αθανασίας. Να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις δυνάμεις, τα χαρίσματά μας, το σύνολον της υπάρξεώς μας όχι «αμαυρωμένα», με σκοπό την αυτόνομη πορεία μας, η οποία είχε ως μέτρο της μόνο τον άνθρωπο και τις επί γης ανάγκες του, «τα παθήματα και τις επιθυμίες του», αλλά το θέλημα του Θεού, το οποίο έγκειται στην διακονία του πλησίον, στην συναίσθηση του τι σημαίνει ψυχή, τι σημαίνει να γινόμαστε «τέκνα Θεού».
Διότι αυτό είναι η ανάπλαση του γένους μας. «Το χάρισμα της υιοθεσίας» το οποίο μας δίδεται στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο Οποίος προσλαμβάνει την ατελή ανθρώπινη φύση μας, ώστε να την επαναφέρει εκεί από όπου ξεκίνησε, όταν δημιουργήθηκε ο κόσμος. Στο «κατ’ είκόνα Θεού» και στο «καθ’ ομοίωσίν Του». Διότι ο Θεός ενεφύσησε «εις το πρόσωπόν μας πνοήν ζωής» την αγάπη, την ελευθερία, το λογικό, την δημιουργική ικανότητα, ως δικά Του στοιχεία εντός μας, και την ίδια στιγμή μας απηύθυνε μία κλήση: να αγωνιστούμε μέσα από την σχέση μας μαζί Του να Του μοιάσουμε. Να μην νικηθούμε από τον πειρασμό να ζούμε χωρίς Εκείνον, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ελεύθεροι. Εμείς όμως διαλέξαμε και διαλέγουμε την πορεία της αμαρτίας, δηλαδή της αποκοπής από την αγάπη Του και την στήριξη στις δικές μας δυνάμεις. Και «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος». Όμως Εκείνος δεν μας λησμόνησε. Υποσχέθηκε εξ αρχής και τήρησε την υπόσχεσή Του ότι θα αποστείλει, «όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου» τον Υιό Του για να μας αναπλάσει και να μας καλέσει και πάλι να βρούμε τον αρχικό μας προορισμό.
Και αυτή η ανάπλαση έρχεται δια της Υπεραγίας Θεοτόκου την οποία καλούμαστε να μιμηθούμε. Όπως εκείνη δάνεισε την σάρκα της, προσέφερε το θέλημά της, τις αρετές της, την ίδια της την ύπαρξη στον Θεό, για να λάβει υπόσταση το μυστήριο, έτσι και εμείς μπορούμε να ανταποκριθούμε στον ευαγγελισμό της μεγάλης χαράς ότι «ετέχθη ημίν σήμερον Σωτήρ». Να ξαναβρούμε την αγάπη προς τον Θεό ως τον μοναδικό γνήσιο σκοπό της ζωής μας. Να παραιτηθούμε από το θέλημά μας και να ζητήσουμε ο Γεννηθείς Κύριος να κατοικήσει εντός μας. Να γνωρίσουμε τι ζητά ο Θεός από εμάς και να προσφέρουμε τα χαρίσματά μας ως αγάπη τόσο προς Εκείνον όσο και προς τον κάθε αδελφό μας, ιδίως προς αυτόν που έχει ανάγκη, τόσο υλική όσο και πνευματική. Και να κινητοποιήσουμε τις δυνάμεις της ψυχής μας, ώστε να εργαστούμε εν μετανοία και ταπεινώσει για την φανέρωση του μηνύματος της ζωής και της ελπίδας στον κόσμο.
Αυτή η ανάπλαση έρχεται δια της Εκκλησίας. Μόνοι μας, ως άτομα, θα παραμείνουμε χωρίς στήριγμα. Αυτή άλλωστε είναι και η βαθύτερη συνέπεια της φθοράς της αμαρτίας. Η μοναξιά. Η ενασχόληση με τον εαυτό μας και την επιβίωσή μας. Η υποταγή μας στο πνεύμα του πονηρού, το οποίο πρόσκαιρα μας δίδει την εντύπωση ότι είμαστε θεοί. Αργά η γρήγορα όμως ο καθένας μας καταλαβαίνει ότι χωρίς τον Θεό και την εικόνα Του που είναι ο πλησίον, δεν μπορεί να έχει νόημα η ζωή μας. Μόνο που χωρίς την σχέση μας με τον Χριστό δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον τρόπο της αληθινής κοινωνίας. Και αυτός έχει να κάνει με το ήθος της Εκκλησίας μας, το οποίο μας δίδει φρόνημα υπακοής στον Θεό, φρόνημα ασκήσεως, εγκρατείας, περιορισμού του «εγώ» μας, προτάξεως της ανάγκης για συνύπαρξη με τους άλλους, για να ζούμε το «καθ’ ομοίωσιν» της αναπλάσεως.
Ζούμε σήμερα, στην περίοδο της μεγάλης κρίσεως, την φθορά στο απόγειο της εντάσεώς της. Δεν είναι μόνο η οικονομική δυσπραγία και η αίσθηση της καταρρεύσεως του συστήματος δια του οποίου ο κόσμος μας υποσχόταν ευτυχία, συντελώντας στην αποκοπή μας από την κοινωνία με τον Θεό και στον στηριγμό στην ύλη. Είναι και η αίσθηση ότι ο πολιτισμός μας μας αντιμετωπίζει σα να είμαστε μόνο σάρκα. Ότι δεν έχουμε ψυχή ζώσα και αθάνατη. Δεν έχουμε αξία ως πρόσωπα, αλλά υποτασσόμαστε στην λογική των αριθμών. Και ότι τα πάντα, επειδή υποκύπτουν στο αναπόφευκτο του θανάτου, χρειάζεται να τα ζήσουμε με κριτήριο τον εαυτό μας. Αυτό το πολιτισμικό πρότυπο, όχι ελληνορθόδοξο, αλλά ξενόφερτο, απέδειξε την ανεπάρκειά του. Καιρός να επανέλθουμε στον αγώνα της αναπλάσεως. Η εορτή των Χριστουγέννων μπορεί να γίνει η αφετηρία για τον καθέναν μας. Η Εκκλησία μας επαναλαμβάνει την κλήση του Θεού σε όλους. «Δεύτε και διαλεχθώμεν». Ας έχουμε πίστη σ’ Εκείνον και ας εναποθέτουμε στο Πρόσωπό Του τις αμαρτίες, τις δυσκολίες, τις αγωνίες μας. Και όλοι μαζί ας Τον δοξάζουμε, διότι ουδέποτε μας λησμονεί. Και Αυτός και πάλι θα μας αναπλάθει δια της αγάπης Του και θα μας στηρίζει!
Χρόνια Πολλά κι ευλογημένα! Ο Γεννηθείς Κύριος να δίδει υγεία, φωτισμό και την χάρη Του σε όλους!
Μετά πατρικών ευχών και θερμής εν Κυρίω γεννηθέντι αγάπης,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΠΑΞΩΝ & ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ ΝΗΣΩΝ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ
Διότι αυτό είναι η ανάπλαση του γένους μας. «Το χάρισμα της υιοθεσίας» το οποίο μας δίδεται στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο Οποίος προσλαμβάνει την ατελή ανθρώπινη φύση μας, ώστε να την επαναφέρει εκεί από όπου ξεκίνησε, όταν δημιουργήθηκε ο κόσμος. Στο «κατ’ είκόνα Θεού» και στο «καθ’ ομοίωσίν Του». Διότι ο Θεός ενεφύσησε «εις το πρόσωπόν μας πνοήν ζωής» την αγάπη, την ελευθερία, το λογικό, την δημιουργική ικανότητα, ως δικά Του στοιχεία εντός μας, και την ίδια στιγμή μας απηύθυνε μία κλήση: να αγωνιστούμε μέσα από την σχέση μας μαζί Του να Του μοιάσουμε. Να μην νικηθούμε από τον πειρασμό να ζούμε χωρίς Εκείνον, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ελεύθεροι. Εμείς όμως διαλέξαμε και διαλέγουμε την πορεία της αμαρτίας, δηλαδή της αποκοπής από την αγάπη Του και την στήριξη στις δικές μας δυνάμεις. Και «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος». Όμως Εκείνος δεν μας λησμόνησε. Υποσχέθηκε εξ αρχής και τήρησε την υπόσχεσή Του ότι θα αποστείλει, «όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου» τον Υιό Του για να μας αναπλάσει και να μας καλέσει και πάλι να βρούμε τον αρχικό μας προορισμό.
Και αυτή η ανάπλαση έρχεται δια της Υπεραγίας Θεοτόκου την οποία καλούμαστε να μιμηθούμε. Όπως εκείνη δάνεισε την σάρκα της, προσέφερε το θέλημά της, τις αρετές της, την ίδια της την ύπαρξη στον Θεό, για να λάβει υπόσταση το μυστήριο, έτσι και εμείς μπορούμε να ανταποκριθούμε στον ευαγγελισμό της μεγάλης χαράς ότι «ετέχθη ημίν σήμερον Σωτήρ». Να ξαναβρούμε την αγάπη προς τον Θεό ως τον μοναδικό γνήσιο σκοπό της ζωής μας. Να παραιτηθούμε από το θέλημά μας και να ζητήσουμε ο Γεννηθείς Κύριος να κατοικήσει εντός μας. Να γνωρίσουμε τι ζητά ο Θεός από εμάς και να προσφέρουμε τα χαρίσματά μας ως αγάπη τόσο προς Εκείνον όσο και προς τον κάθε αδελφό μας, ιδίως προς αυτόν που έχει ανάγκη, τόσο υλική όσο και πνευματική. Και να κινητοποιήσουμε τις δυνάμεις της ψυχής μας, ώστε να εργαστούμε εν μετανοία και ταπεινώσει για την φανέρωση του μηνύματος της ζωής και της ελπίδας στον κόσμο.
Αυτή η ανάπλαση έρχεται δια της Εκκλησίας. Μόνοι μας, ως άτομα, θα παραμείνουμε χωρίς στήριγμα. Αυτή άλλωστε είναι και η βαθύτερη συνέπεια της φθοράς της αμαρτίας. Η μοναξιά. Η ενασχόληση με τον εαυτό μας και την επιβίωσή μας. Η υποταγή μας στο πνεύμα του πονηρού, το οποίο πρόσκαιρα μας δίδει την εντύπωση ότι είμαστε θεοί. Αργά η γρήγορα όμως ο καθένας μας καταλαβαίνει ότι χωρίς τον Θεό και την εικόνα Του που είναι ο πλησίον, δεν μπορεί να έχει νόημα η ζωή μας. Μόνο που χωρίς την σχέση μας με τον Χριστό δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον τρόπο της αληθινής κοινωνίας. Και αυτός έχει να κάνει με το ήθος της Εκκλησίας μας, το οποίο μας δίδει φρόνημα υπακοής στον Θεό, φρόνημα ασκήσεως, εγκρατείας, περιορισμού του «εγώ» μας, προτάξεως της ανάγκης για συνύπαρξη με τους άλλους, για να ζούμε το «καθ’ ομοίωσιν» της αναπλάσεως.
Ζούμε σήμερα, στην περίοδο της μεγάλης κρίσεως, την φθορά στο απόγειο της εντάσεώς της. Δεν είναι μόνο η οικονομική δυσπραγία και η αίσθηση της καταρρεύσεως του συστήματος δια του οποίου ο κόσμος μας υποσχόταν ευτυχία, συντελώντας στην αποκοπή μας από την κοινωνία με τον Θεό και στον στηριγμό στην ύλη. Είναι και η αίσθηση ότι ο πολιτισμός μας μας αντιμετωπίζει σα να είμαστε μόνο σάρκα. Ότι δεν έχουμε ψυχή ζώσα και αθάνατη. Δεν έχουμε αξία ως πρόσωπα, αλλά υποτασσόμαστε στην λογική των αριθμών. Και ότι τα πάντα, επειδή υποκύπτουν στο αναπόφευκτο του θανάτου, χρειάζεται να τα ζήσουμε με κριτήριο τον εαυτό μας. Αυτό το πολιτισμικό πρότυπο, όχι ελληνορθόδοξο, αλλά ξενόφερτο, απέδειξε την ανεπάρκειά του. Καιρός να επανέλθουμε στον αγώνα της αναπλάσεως. Η εορτή των Χριστουγέννων μπορεί να γίνει η αφετηρία για τον καθέναν μας. Η Εκκλησία μας επαναλαμβάνει την κλήση του Θεού σε όλους. «Δεύτε και διαλεχθώμεν». Ας έχουμε πίστη σ’ Εκείνον και ας εναποθέτουμε στο Πρόσωπό Του τις αμαρτίες, τις δυσκολίες, τις αγωνίες μας. Και όλοι μαζί ας Τον δοξάζουμε, διότι ουδέποτε μας λησμονεί. Και Αυτός και πάλι θα μας αναπλάθει δια της αγάπης Του και θα μας στηρίζει!
Χρόνια Πολλά κι ευλογημένα! Ο Γεννηθείς Κύριος να δίδει υγεία, φωτισμό και την χάρη Του σε όλους!
Μετά πατρικών ευχών και θερμής εν Κυρίω γεννηθέντι αγάπης,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΠΑΞΩΝ & ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ ΝΗΣΩΝ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ