Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
῾᾽Εν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾽ οὐ στενοχωρούμενοι᾽ (Β´ Κορ. 4, 8)
α. ῾Η ἑορτή τοῦ ἁγίου ἐνδόξου καί πανευφήμου ἀποστόλου Θωμᾶ ἀποτελεῖ τήν αἰτία τῆς ἐπιλογῆς τοῦ συγκεκριμένου ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας δηλαδή πού καθόρισαν τά ἀναγνώσματα εἶδαν ὅτι τό ἀνάγνωσμα ἀπό τή Β´ πρός Κορινθίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου φωτίζει κι ἐξηγεῖ τήν ἁγιασμένη ζωή τοῦ ἀποστόλου Θωμᾶ – κι ὄχι μόνον αὐτοῦ βεβαίως – πού σημαίνει ὅτι κατά
τά λόγια τοῦ Παύλου ὁ ἅγιος Θωμᾶς γνώρισε μέ φωτισμό Θεοῦ στήν καρδιά του τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό καί Τόν ἀκολούθησε ἐπακριβῶς ζώντας τόν Σταυρό καί τήν ᾽Ανάστασή Του. Στοιχεῖο μάλιστα τῆς σταυροαναστάσιμης ζωῆς του, ὅπως καί τῶν ἄλλων ἀποστόλων, ἦταν καί τό γεγονός ὅτι οἱ θλίψεις πού ὡς ἄνθρωπος ἀντιμετώπισε κατά τό πρότυπο τοῦ Χριστοῦ ἦταν τέτοιες πού δέν μπόρεσαν νά τόν κάμψουν, νά τόν ὁδηγήσουν δηλαδή σέ ἐσωτερικό ἀδιέξοδο καί στενοχώρια ἀγωνιώδη. Κατά τόν λόγο τοῦ ἁγίου Παύλου ῾ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾽ οὐ στενοχωρούμενοι᾽.
β. 1. Κι εἶναι πράγματι γεγονός ἀναντίρρητο ὅτι ἡ θλίψη συνιστᾶ στοιχεῖο τῆς ζωῆς ὄχι μόνο τοῦ ἐν Χριστῷ ζῶντος ἀνθρώπου, ἀλλά καί κάθε ἀνθρώπου διαχρονικά καί ὅπου γῆς. Δέν ὑπάρχει δηλαδή ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι ἡ θλίψη εἶναι πράγμα ἄγνωστο γιά ἐκεῖνον. ῞Οπως δέν ὑπάρχει θαλασσινό νερό χωρίς ἁλάτι, κατά τόν ἴδιο τρόπο δέν ὑπάρχει ζωή στόν κόσμο τοῦτο χωρίς θλίψη. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἴδιος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ χαρακτηρίζει τόν κόσμο τοῦτο πού ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά βρεθοῦμε ὡς ῾κοιλάδα πένθους καί δακρύων᾽.
Κι αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι ὄχι ἀσφαλῶς ἡ θέληση τοῦ πανάγαθου καί πανοικτίρμονος Θεοῦ, ἀλλά ἡ κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος παρ᾽ ὅλη τήν προειδοποίηση τοῦ Δημιουργοῦ του νά μήν παρακούσει τήν ἐντολή Του, γιατί διαφορετικά θά εἰσέπραττε τό τίμημα τῆς ἀνυπακοῆς: τόν ἴδιο τόν θάνατο, ἐκεῖνος θέλησε νά κινηθεῖ αὐτόνομα καί ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Δημιουργό. Τό ἀποτέλεσμα βεβαίως ἦταν τραγικό: ὁ ἄνθρωπος βρέθηκε μακριά ἀπό τόν Θεό, δηλαδή μακριά ἀπό τό φῶς, τή ζωή καί τή χαρά, μέσα στήν καταχνιά τῶν παθῶν του, ἕρμαιο τοῦ πονηροῦ καί ὑποκείμενος στή φθορά, τή θλίψη, τόν θάνατο. ῾Ο Θεός τόν εἶχε δημιουργήσει γιά νά μετέχει στήν εὐτυχία Του, ἐκεῖνος τελικά διάλεξε τήν καταστροφή του. ῾Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος᾽. ῾Θλίψις καί στενοχωρία παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό κακόν᾽.
2. ᾽Ενῶ ὅμως ἡ θλίψη ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας ἀποτελεῖ πιά τόν κοινό κλῆρο κάθε ἀνθρώπου, ἡ ἀντιμετώπισή της διαφοροποιεῖται ἀνάλογα μέ τήν ἑρμηνεία στήν ὁποία προβαίνει ὁ ἄνθρωπος καί τίς ἐσωτερικές δυνάμεις πού διαθέτει. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς ἔρχεται ὁ λόγος εὐρύτερα τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου, ἰδιαίτερα σήμερα ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου. ῾Πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ ᾽Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ᾽. Συνεχῶς ὑποφέρουμε σωματικά μετέχοντας ἔτσι στόν θάνατο τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ, γιά νά φανερωθεῖ στό πρόσωπό μας ἡ ζωή τοῦ ἀναστημένου ᾽Ιησοῦ. ῾Η θλίψη δηλαδή ἐν Χριστῷ κατανοεῖται ὡς μετοχή στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, συνεπῶς λειτουργεῖ ὡς παιδαγωγία πού ὁδηγεῖ στή βίωση τῆς ᾽Αναστάσεώς Του. Κι αὐτό μέ τό δεδομένο τῆς συσσωματώσεώς μας σέ Αὐτόν διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Μέ ἄλλα λόγια τό μέλος τοῦ Χριστοῦ ὡς προέκταση ᾽Εκείνου, συνεπῶς καί μέ τίς δυνάμεις ᾽Εκείνου, δέν μπορεῖ νά ὑπερβεῖ τή ζωή Του: τόν Σταυρό καί τό πάθος. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι᾽. ῾Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ὑμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν᾽. Μέσα πιά ἀπό αὐτόν τόν Σταυρό καί τό Πάθος ὁδηγεῖται κανείς στήν ᾽Ανάσταση καί συνεπῶς στή σωτηρία. ῾Χριστιανός ἐστί μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ᾽ (ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος).
3. Μέ τά παραπάνω εἶναι εὐνόητο αὐτό πού σημειώνει ὁ ἀπόστολος ὡς συνέχεια τῶν θλίψεων στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ: ῾ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾽ οὐ στενοχωρούμενοι᾽. Θλίψη ναί, ὄχι ὅμως στενοχώρια. Γιατί ἀκριβῶς ὑπάρχει ἡ διέξοδος πού δίνει ὁ Κύριος, ὁ ῾Οποῖος εἶναι πάντοτε ἡ θύρα διαφυγῆς. ῾Η θλίψη συναντᾶ τή στενοχώρια καί τό ἀδιέξοδο ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ἡ πίστη στόν Χριστό καί τήν ᾽Ανάστασή Του. ῾Ο ἄπιστος δηλαδή πού κινεῖται ἐπίπεδα καί ὁριζόντια στόν κόσμο τοῦτο, ἔχοντας διαγράψει τόν Θεό ἀπό τή ζωή του, πράγματι ῾πνίγεται᾽ μέσα στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες, γιατί δέν ἔχει ποῦ νά καταφύγει. Τό πολύ πολύ νά τό ῾ρίξει᾽ στίς διασκεδάσεις, στά ποτά, στά ναρκωτικά, πράγματα πού ἐπιτείνουν τό ἀδιέξοδο, γιατί δέν γεμίζουν τήν καρδιά του. Τό ῾ἔσκασε ἀπό τή στενοχώρια του᾽ πού ἀκοῦμε πολλές φορές γιά κάποιον, πράγματι τό κατανοοῦμε καί συμπάσχουμε, ἀλλ᾽ εἶναι καρπός ἀπιστίας.
Γιά τόν χριστιανό λοιπόν δέν ὑπάρχει στενοχώρια ὡς ἔλλειψη διεξόδου, γιατί ἐνεργεῖ μέσα στήν καρδιά του ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος, ἡ ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Θά ἔλεγε μάλιστα κανείς ὄτι ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ θλίψη καί ἡ δοκιμασία, τόσο καί περισσότερο πλαταίνει τήν καρδιά τοῦ πιστοῦ, γιατί τόν σπρώχνει ἀκόμη περισσότερο στήν ἀγκαλιά τοῦ Χριστοῦ. ῎Αλλωστε ῾ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστιν ὧδε ἤ ὧδε, ἀλλά ἐντός ἡμῶν ἐστι᾽ κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος δέν σημειώνει κι ἀλλοῦ ὅτι ῾οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν εἰς ἡμᾶς ἀποκαλυφθῆναι δόξαν;᾽ ῞Ο,τι ὑφιστάμεθα ἐδῶ ὡς θλίψη καί δοκιμασία καί τό ὑπομένουμε ὡς μέλη Χριστοῦ, αὐτό μᾶς ἑτοιμάζει δόξα στόν οὐρανό πού δέν μποροῦμε νά τή φανταστοῦμε.
4. ᾽Εκεῖνο πού ἐπιβεβαιώνει ἀκόμη περισσότερο τήν ἀλήθεια αὐτή εἶναι ἀφενός τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος μέσα στά πλαίσια τῆς ἐν ἀπείρῳ ἀγάπῃ πρόνοιάς Του δέν πρόκειται νά μᾶς ἀφήσει νά θλιβοῦμε καί νά πειραστοῦμε παραπάνω ἀπό ὅσο ἀντέχουμε, ἀνοίγοντας ταυτοχρόνως καί τήν κατάλληλη διέξοδο - ῾οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν᾽ (ἀπόστολος Παῦλος) - ἀφετέρου τό γεγονός ὅτι, ὅπως βεβαιώνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, πρίν ἐπιτρέψει τήν ὅποια θλίψη καί δοκιμασία ὁ Θεός μᾶς δίνει κρυφά στηρίγματα γιά νά ἀντέξουμε. Πρῶτα δίνει τά στηρίγματα καί τίς δυνάμεις, πράγματα πού δέν συνειδητοποιοῦμε τότε πού τά δίνει, κι ἔπειτα παραχωρεῖ τή δοκιμασία ὡς συμμετοχή, καθώς εἴπαμε, στόν Σταυρό Του.
῎Ας δοῦμε γιά παράδειγμα πῶς διατυπώνει τήν ἀλήθεια αὐτή ὁ μεγάλος ἀσκητικός διδάσκαλος ἅγιος ᾽Ισαάκ ὁ Σύρος: ῾Δέν ἔρχεται ὁ πειρασμός, ἐάν πρῶτον ἡ ψυχή δέν ἤθελε δεχθῆ κρυπτῶς δύναμίν τινα ὑπέρ τό μέτρον αὐτῆς ὑπό τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Μαρτυρεῖ δέ τοῦτο ὁ πειρασμός τοῦ Κυρίου, ἐπίσης καί οἱ πειρασμοί τῶν ἀποστόλων, οἵτινες δέν παρεχωρήθησαν νά εἰσέλθωσιν εἰς πειρασμούς, εἰ μή ὅτε ἐδέχθησαν τό πανάγιον Πνεῦμα. Διότι ὅσοι ἀπολαμβάνουσιν τά καλά, ἁρμόζει εἰς αὐτούς νά ὑπομένωσι καί τούς πειρασμούς αὐτῶν τῶν καλῶν. ᾽Επειδή τό καλόν συνοδεύεται ὑπό θλίψεως. Οὕτως ἀρέσκει εἰς τόν πάνσοφον Θεόν νά πράττῃ εἰς ὅλα αὐτοῦ τά ἔργα. Καί ἐάν τό χάρισμα προηγεῖται τοῦ πειρασμοῦ, ἀλλ᾽ ἡ αἴσθησις τῶν πειρασμῶν προηγεῖται τῆς αἰσθήσεως τοῦ χαρίσματος, ἵνα δοκιμασθῇ ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Επειδή ἡ χάρις δέν προλαμβάνει νά γίνῃ ἐπαισθητή εἴς τινα, πρό τοῦ αὐτός νά γευθῇ τήν πικρίαν τῶν πειρασμῶν. Καί προηγεῖται μέν ἡ χάρις εἰς τόν νοῦν, ἀλλ᾽ ἀργοπορεῖ νά φανερωθῇ ἡ ἐνέργεια αὐτῆς᾽.
γ. Μήν ταλαιπωρούμαστε μέ σκέψεις γιά ἐξεύρεση ὑπέρβασης τῶν θλίψεων καί τῶν πειρασμῶν. Εἶναι μέσα στή ζωή μας καί γιά ἐμᾶς τούς χριστιανούς εἶναι τά σκαλοπάτια ἀνόδου μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ῎Αν θέλουμε νά μάθουμε πότε προχωροῦμε πνευματικά, αὐτό ἄς ἔχουμε ὡς σημάδι: τόν ἐρχομό αὐτῶν τῶν θλίψεων καί τῶν πειρασμῶν. ῾᾽Επειδή ὅσον περιπατῶν προχωρεῖς εἰς τήν ὁδόν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί πλησιάζεις εἰς Αὐτόν, ἔχε τό ἑξῆς σημεῖον: σοί ἀπαντᾶ ἡ δύναμις τῶν πειρασμῶν. Καί ὅσον προχωρεῖς καί προκόπτεις, τόσον καί οἱ πειρασμοί αὐξάνουσι καί διεγείρονται κατά σοῦ…Διότι κατά τό μέγεθος τῆς θείας χάριτος φέρει ὁ Θεός εἰς τήν ψυχήν καί τάς θλίψεις τῶν πειρασμῶν᾽ (ὅσιος ᾽Ισαάκ ὁ Σύρος).
α. ῾Η ἑορτή τοῦ ἁγίου ἐνδόξου καί πανευφήμου ἀποστόλου Θωμᾶ ἀποτελεῖ τήν αἰτία τῆς ἐπιλογῆς τοῦ συγκεκριμένου ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας δηλαδή πού καθόρισαν τά ἀναγνώσματα εἶδαν ὅτι τό ἀνάγνωσμα ἀπό τή Β´ πρός Κορινθίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου φωτίζει κι ἐξηγεῖ τήν ἁγιασμένη ζωή τοῦ ἀποστόλου Θωμᾶ – κι ὄχι μόνον αὐτοῦ βεβαίως – πού σημαίνει ὅτι κατά
τά λόγια τοῦ Παύλου ὁ ἅγιος Θωμᾶς γνώρισε μέ φωτισμό Θεοῦ στήν καρδιά του τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό καί Τόν ἀκολούθησε ἐπακριβῶς ζώντας τόν Σταυρό καί τήν ᾽Ανάστασή Του. Στοιχεῖο μάλιστα τῆς σταυροαναστάσιμης ζωῆς του, ὅπως καί τῶν ἄλλων ἀποστόλων, ἦταν καί τό γεγονός ὅτι οἱ θλίψεις πού ὡς ἄνθρωπος ἀντιμετώπισε κατά τό πρότυπο τοῦ Χριστοῦ ἦταν τέτοιες πού δέν μπόρεσαν νά τόν κάμψουν, νά τόν ὁδηγήσουν δηλαδή σέ ἐσωτερικό ἀδιέξοδο καί στενοχώρια ἀγωνιώδη. Κατά τόν λόγο τοῦ ἁγίου Παύλου ῾ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾽ οὐ στενοχωρούμενοι᾽.
β. 1. Κι εἶναι πράγματι γεγονός ἀναντίρρητο ὅτι ἡ θλίψη συνιστᾶ στοιχεῖο τῆς ζωῆς ὄχι μόνο τοῦ ἐν Χριστῷ ζῶντος ἀνθρώπου, ἀλλά καί κάθε ἀνθρώπου διαχρονικά καί ὅπου γῆς. Δέν ὑπάρχει δηλαδή ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι ἡ θλίψη εἶναι πράγμα ἄγνωστο γιά ἐκεῖνον. ῞Οπως δέν ὑπάρχει θαλασσινό νερό χωρίς ἁλάτι, κατά τόν ἴδιο τρόπο δέν ὑπάρχει ζωή στόν κόσμο τοῦτο χωρίς θλίψη. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἴδιος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ χαρακτηρίζει τόν κόσμο τοῦτο πού ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά βρεθοῦμε ὡς ῾κοιλάδα πένθους καί δακρύων᾽.
Κι αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι ὄχι ἀσφαλῶς ἡ θέληση τοῦ πανάγαθου καί πανοικτίρμονος Θεοῦ, ἀλλά ἡ κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος παρ᾽ ὅλη τήν προειδοποίηση τοῦ Δημιουργοῦ του νά μήν παρακούσει τήν ἐντολή Του, γιατί διαφορετικά θά εἰσέπραττε τό τίμημα τῆς ἀνυπακοῆς: τόν ἴδιο τόν θάνατο, ἐκεῖνος θέλησε νά κινηθεῖ αὐτόνομα καί ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Δημιουργό. Τό ἀποτέλεσμα βεβαίως ἦταν τραγικό: ὁ ἄνθρωπος βρέθηκε μακριά ἀπό τόν Θεό, δηλαδή μακριά ἀπό τό φῶς, τή ζωή καί τή χαρά, μέσα στήν καταχνιά τῶν παθῶν του, ἕρμαιο τοῦ πονηροῦ καί ὑποκείμενος στή φθορά, τή θλίψη, τόν θάνατο. ῾Ο Θεός τόν εἶχε δημιουργήσει γιά νά μετέχει στήν εὐτυχία Του, ἐκεῖνος τελικά διάλεξε τήν καταστροφή του. ῾Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος᾽. ῾Θλίψις καί στενοχωρία παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό κακόν᾽.
2. ᾽Ενῶ ὅμως ἡ θλίψη ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας ἀποτελεῖ πιά τόν κοινό κλῆρο κάθε ἀνθρώπου, ἡ ἀντιμετώπισή της διαφοροποιεῖται ἀνάλογα μέ τήν ἑρμηνεία στήν ὁποία προβαίνει ὁ ἄνθρωπος καί τίς ἐσωτερικές δυνάμεις πού διαθέτει. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς ἔρχεται ὁ λόγος εὐρύτερα τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου, ἰδιαίτερα σήμερα ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου. ῾Πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ ᾽Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ᾽. Συνεχῶς ὑποφέρουμε σωματικά μετέχοντας ἔτσι στόν θάνατο τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ, γιά νά φανερωθεῖ στό πρόσωπό μας ἡ ζωή τοῦ ἀναστημένου ᾽Ιησοῦ. ῾Η θλίψη δηλαδή ἐν Χριστῷ κατανοεῖται ὡς μετοχή στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, συνεπῶς λειτουργεῖ ὡς παιδαγωγία πού ὁδηγεῖ στή βίωση τῆς ᾽Αναστάσεώς Του. Κι αὐτό μέ τό δεδομένο τῆς συσσωματώσεώς μας σέ Αὐτόν διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Μέ ἄλλα λόγια τό μέλος τοῦ Χριστοῦ ὡς προέκταση ᾽Εκείνου, συνεπῶς καί μέ τίς δυνάμεις ᾽Εκείνου, δέν μπορεῖ νά ὑπερβεῖ τή ζωή Του: τόν Σταυρό καί τό πάθος. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι᾽. ῾Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ὑμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν᾽. Μέσα πιά ἀπό αὐτόν τόν Σταυρό καί τό Πάθος ὁδηγεῖται κανείς στήν ᾽Ανάσταση καί συνεπῶς στή σωτηρία. ῾Χριστιανός ἐστί μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ᾽ (ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος).
3. Μέ τά παραπάνω εἶναι εὐνόητο αὐτό πού σημειώνει ὁ ἀπόστολος ὡς συνέχεια τῶν θλίψεων στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ: ῾ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾽ οὐ στενοχωρούμενοι᾽. Θλίψη ναί, ὄχι ὅμως στενοχώρια. Γιατί ἀκριβῶς ὑπάρχει ἡ διέξοδος πού δίνει ὁ Κύριος, ὁ ῾Οποῖος εἶναι πάντοτε ἡ θύρα διαφυγῆς. ῾Η θλίψη συναντᾶ τή στενοχώρια καί τό ἀδιέξοδο ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ἡ πίστη στόν Χριστό καί τήν ᾽Ανάστασή Του. ῾Ο ἄπιστος δηλαδή πού κινεῖται ἐπίπεδα καί ὁριζόντια στόν κόσμο τοῦτο, ἔχοντας διαγράψει τόν Θεό ἀπό τή ζωή του, πράγματι ῾πνίγεται᾽ μέσα στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες, γιατί δέν ἔχει ποῦ νά καταφύγει. Τό πολύ πολύ νά τό ῾ρίξει᾽ στίς διασκεδάσεις, στά ποτά, στά ναρκωτικά, πράγματα πού ἐπιτείνουν τό ἀδιέξοδο, γιατί δέν γεμίζουν τήν καρδιά του. Τό ῾ἔσκασε ἀπό τή στενοχώρια του᾽ πού ἀκοῦμε πολλές φορές γιά κάποιον, πράγματι τό κατανοοῦμε καί συμπάσχουμε, ἀλλ᾽ εἶναι καρπός ἀπιστίας.
Γιά τόν χριστιανό λοιπόν δέν ὑπάρχει στενοχώρια ὡς ἔλλειψη διεξόδου, γιατί ἐνεργεῖ μέσα στήν καρδιά του ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος, ἡ ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Θά ἔλεγε μάλιστα κανείς ὄτι ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ θλίψη καί ἡ δοκιμασία, τόσο καί περισσότερο πλαταίνει τήν καρδιά τοῦ πιστοῦ, γιατί τόν σπρώχνει ἀκόμη περισσότερο στήν ἀγκαλιά τοῦ Χριστοῦ. ῎Αλλωστε ῾ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστιν ὧδε ἤ ὧδε, ἀλλά ἐντός ἡμῶν ἐστι᾽ κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος δέν σημειώνει κι ἀλλοῦ ὅτι ῾οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν εἰς ἡμᾶς ἀποκαλυφθῆναι δόξαν;᾽ ῞Ο,τι ὑφιστάμεθα ἐδῶ ὡς θλίψη καί δοκιμασία καί τό ὑπομένουμε ὡς μέλη Χριστοῦ, αὐτό μᾶς ἑτοιμάζει δόξα στόν οὐρανό πού δέν μποροῦμε νά τή φανταστοῦμε.
4. ᾽Εκεῖνο πού ἐπιβεβαιώνει ἀκόμη περισσότερο τήν ἀλήθεια αὐτή εἶναι ἀφενός τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος μέσα στά πλαίσια τῆς ἐν ἀπείρῳ ἀγάπῃ πρόνοιάς Του δέν πρόκειται νά μᾶς ἀφήσει νά θλιβοῦμε καί νά πειραστοῦμε παραπάνω ἀπό ὅσο ἀντέχουμε, ἀνοίγοντας ταυτοχρόνως καί τήν κατάλληλη διέξοδο - ῾οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν᾽ (ἀπόστολος Παῦλος) - ἀφετέρου τό γεγονός ὅτι, ὅπως βεβαιώνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, πρίν ἐπιτρέψει τήν ὅποια θλίψη καί δοκιμασία ὁ Θεός μᾶς δίνει κρυφά στηρίγματα γιά νά ἀντέξουμε. Πρῶτα δίνει τά στηρίγματα καί τίς δυνάμεις, πράγματα πού δέν συνειδητοποιοῦμε τότε πού τά δίνει, κι ἔπειτα παραχωρεῖ τή δοκιμασία ὡς συμμετοχή, καθώς εἴπαμε, στόν Σταυρό Του.
῎Ας δοῦμε γιά παράδειγμα πῶς διατυπώνει τήν ἀλήθεια αὐτή ὁ μεγάλος ἀσκητικός διδάσκαλος ἅγιος ᾽Ισαάκ ὁ Σύρος: ῾Δέν ἔρχεται ὁ πειρασμός, ἐάν πρῶτον ἡ ψυχή δέν ἤθελε δεχθῆ κρυπτῶς δύναμίν τινα ὑπέρ τό μέτρον αὐτῆς ὑπό τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Μαρτυρεῖ δέ τοῦτο ὁ πειρασμός τοῦ Κυρίου, ἐπίσης καί οἱ πειρασμοί τῶν ἀποστόλων, οἵτινες δέν παρεχωρήθησαν νά εἰσέλθωσιν εἰς πειρασμούς, εἰ μή ὅτε ἐδέχθησαν τό πανάγιον Πνεῦμα. Διότι ὅσοι ἀπολαμβάνουσιν τά καλά, ἁρμόζει εἰς αὐτούς νά ὑπομένωσι καί τούς πειρασμούς αὐτῶν τῶν καλῶν. ᾽Επειδή τό καλόν συνοδεύεται ὑπό θλίψεως. Οὕτως ἀρέσκει εἰς τόν πάνσοφον Θεόν νά πράττῃ εἰς ὅλα αὐτοῦ τά ἔργα. Καί ἐάν τό χάρισμα προηγεῖται τοῦ πειρασμοῦ, ἀλλ᾽ ἡ αἴσθησις τῶν πειρασμῶν προηγεῖται τῆς αἰσθήσεως τοῦ χαρίσματος, ἵνα δοκιμασθῇ ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Επειδή ἡ χάρις δέν προλαμβάνει νά γίνῃ ἐπαισθητή εἴς τινα, πρό τοῦ αὐτός νά γευθῇ τήν πικρίαν τῶν πειρασμῶν. Καί προηγεῖται μέν ἡ χάρις εἰς τόν νοῦν, ἀλλ᾽ ἀργοπορεῖ νά φανερωθῇ ἡ ἐνέργεια αὐτῆς᾽.
γ. Μήν ταλαιπωρούμαστε μέ σκέψεις γιά ἐξεύρεση ὑπέρβασης τῶν θλίψεων καί τῶν πειρασμῶν. Εἶναι μέσα στή ζωή μας καί γιά ἐμᾶς τούς χριστιανούς εἶναι τά σκαλοπάτια ἀνόδου μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ῎Αν θέλουμε νά μάθουμε πότε προχωροῦμε πνευματικά, αὐτό ἄς ἔχουμε ὡς σημάδι: τόν ἐρχομό αὐτῶν τῶν θλίψεων καί τῶν πειρασμῶν. ῾᾽Επειδή ὅσον περιπατῶν προχωρεῖς εἰς τήν ὁδόν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί πλησιάζεις εἰς Αὐτόν, ἔχε τό ἑξῆς σημεῖον: σοί ἀπαντᾶ ἡ δύναμις τῶν πειρασμῶν. Καί ὅσον προχωρεῖς καί προκόπτεις, τόσον καί οἱ πειρασμοί αὐξάνουσι καί διεγείρονται κατά σοῦ…Διότι κατά τό μέγεθος τῆς θείας χάριτος φέρει ὁ Θεός εἰς τήν ψυχήν καί τάς θλίψεις τῶν πειρασμῶν᾽ (ὅσιος ᾽Ισαάκ ὁ Σύρος).